Μας μίλησε…

Ανδρέας Πολυζωγόπουλος: Η τζαζ οδύσσεια της ζωής του…

Συνέντευξη στην Ράνια Τζαβάρα 23 Μαΐου 2021

Ο σπουδαίος τρομπετίστας και συνθέτης  από το Σαμικό,  που βάζει τη δική του, ξεχωριστή σφραγίδα στη σύγχρονη ελληνική, και όχι μόνο τζαζ, σκηνή.

Ο Ανδρέας ήρθε ένα απόγευμα λίγο μετά το Πάσχα στο αρχοντικό Μαστροβασιλόπουλου στο Επιτάλιο για να μας μιλήσει, ως μέλη του πολιτιστικού συλλόγου  “Επι της αλός” για μια συνεργασία μαζί του το καλοκαίρι…Έπιασε αμέσως την τρομπέτα και άρχισε να δοκιμάζει την ακουστική σε όλους τους χώρους, ακόμα και στον κήπο. Αιθέριος ήχος «ταρακούνησε» την ησυχία του σούρουπου.

Του ζητήσαμε να κάνουμε μια συνέντευξη. Εντάξει, ο τύπος είναι απίθανος, με απίστευτο χιούμορ και μια θετική αύρα που σε μαγεύει. Ψαγμένο άτομο, ανήσυχο πνεύμα. Έχει γυρίσει την μισή γη και ακόμα “έχει στο μυαλό του το φευγιό». Προσιτός, αληθινός, γήινος αλλά ταυτόχρονα είναι μονίμως αλλού…

Απολαύστε την συνέντευξη του πολυτάλαντου καλλιτέχνη και ελάτε στο Επιτάλιο το καλοκαίρι να τον γνωρίσετε  από κοντά..είναι άλλωστε, δικό μας παιδί..!

 

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΔΡΕΑ ΠΟΛΥΖΩΓΟΠΟΥΛΟ

Ο Ανδρέας Πολυζωγόπουλος γεννήθηκε το Δεκέμβριο του 1981 και μεγάλωσε στο Σαμικό Ηλείας.

Εκεί είχε την πρώτη του επαφή με τη μουσική ξεκινώντας να παίζει κιθάρα. Στα δεκαέξι του μετακόμισε στην Αθήνα και σπούδασε τζαζ κιθάρα με τον Γιώτη Σαμαρά στο Ωδείο «Φίλιππος Νάκας».

Αποφοίτησε το 2002, ενώ δύο χρόνια πριν ξεκίνησε να παίζει τρομπέτα. Την ίδια χρονιά μετακόμισε στην Ολλανδία και σπούδασε στο Άμστερνταμ. Το 2006 δημιούργησε το Poly Quartet, με το οποίο ηχογράφησε το 2008 το cd Perfumed Dreams με δικές του συνθέσεις.

Με αυτό το σχήμα κέρδισε την πρώτη θέση στο διαγωνισμό Motives for Jazz στο Βέλγιο. Το 2010 ήταν μέλος της Ευρωπαϊκής Ορχήστρας Τζαζ Νέων.

Το 2013 έκανε ένα αφιέρωμα στο αγαπημένο του γκρουπ, τους Pink Floyd, και ηχογράφησε το cd Heart of the Sun, το οποίο παρουσίασε σε αρκετές χώρες της Ευρώπης καθώς και στη Νέα Υόρκη.

 Έχει συνεργαστεί με τους Tore Brunborg, Markus Stockhausen, Michel Portal, Tony Lakatos, Günter ‘Baby’ Sommer, Anne Paceo, Mode Plagal, Ψαραντώνη, Σαβίνα Γιαννάτου, Dulce Pontes, Haig Yazdjan, David Lynch, Bαγγέλη Κατσούλη, Τάκη Μπαρμπέρη, Θανάση Παπακωνσταντίνου κ.ά.

Επίσης, έχει συμμετάσχει περίπου σε 50 άλμπουμ. Το Μάρτιο του 2015 κυκλοφόρησε το τελευταίο του cd, Anicca, που αποτελείται από συνθέσεις του.

 –Πως ένα παιδί από το Σαμικό ασχολήθηκε με την τρομπέτα και την τζαζ; Είχες κάποια ερεθίσματα;

Ξεκίνησα με την κιθάρα στην Τρίτη δημοτικού, όταν φύγαμε από το Σαμικό και μετακομίσαμε στην Κρέστενα. Οι γονείς μου ήθελαν να κάνουμε εγώ και η αδερφή μου κάποια δραστηριότητα εκτός σχολείου. Έκανα τρία χρόνια κλασική κιθάρα στον Πύργο, μετά σταμάτησα και πήρα ηλεκτρική. Το ενδιαφέρον είναι ότι τότε δεν μου άρεσε ο ήχος της τρομπέτας. Άκουγα που έπαιζαν στην φιλαρμονική και ο ήχος μου φαινόταν πολύ σκληρός. Την τρομπέτα ουσιαστικά την ανακάλυψα μέσα από την τζαζ του Miles Davis, ο οποίος είχε καταφέρει να βγάζει έναν πιο γλυκό ήχο. Βέβαια, στην πορεία ανακάλυψα πως μπορώ να κάνω τον ήχο να ακούγεται λιγότερο σαν χάλκινος και περισσότερο σαν ξύλινος, (βάζω πολύ αέρα για να το γλυκαίνει), αλλά τότε ήταν η πρώτη φορά που άκουσα τρομπέτα και λέω «τι είναι αυτό», μου άρεσε πολύ και είπα να δοκιμάσω και άμα βγάλω ήχο θα ξεκινήσω.

Ήμουν στην Αθήνα τότε και μπήκα στην φιλαρμονική του δήμου με την τρομπέτα ως δεύτερο όργανο. Έτσι ξεκίνησα και βέβαια ήδη είχα αποφασίσει να μην δώσω πανελλήνιες και να ασχοληθώ με την μουσική. Έμπλεξα και με την μπάντα του σχολείου και παίξαμε δυο φορές σε ένα θρυλικό κλαμπ  της Αθήνας που έπαιζε και ο Σιδηρόπουλος. Όταν ανακοίνωσα στον πατέρα μου ότι δεν θα σπουδάσω αλλά θέλω να γίνω μουσικός, έπαθε σοκ! Μπήκα στο ωδείο του Βύρωνα, έκανα δύο χρόνια τζαζ κιθάρα (δεν ήθελα κλασική) και μετά έπιασα την τρομπέτα. Πήρα και ένα πτυχίο να κάνω πιο πολύ το χατίρι στον πατέρα και έφυγα για Ολλανδία, σε μια σχολή μουσικής με την καλύτερη φήμη.

πάντα είχα το φευγιό στο μυαλό μου

Στην Ολλανδία σκεφτόμουν πολύ το χωριό, μου έλειπε το τζάκι στο σπίτι. Έλεγα «θα πάω Ελλάδα να καθίσω, να μελετήσω, να μένω στο χωριό και να ανεβαίνω Αθήνα, να κάνω μαθήματα σε ωδείο, κανένα live, θα με φτάνουν τα λεφτά, δεν θέλω πολλά..». Άρχισαν όμως οι δουλειές με τζαζ σχήματα και με έντεχνα. Ξεκινήσαμε τα στούντιο και μετά δεν βγαίνεις από αυτό υπήρχε πάρα πολύ δουλειά έκανα και πολύ ωραία πράγματα ταυτόχρονα ενώ πάντα έλεγα : εντάξει,  ωραίο είναι αυτό αλλά θέλω να κάνω Jazz, θέλω να κάνω τα δικά μου και στην Ελλάδα η τζαζ δεν έχει τη θέση που έχει στις άλλες χώρες.

 Ο Ανδρέας ήρθε ένα απόγευμα λίγο μετά το Πάσχα στο αρχοντικό Μαστροβασιλόπουλου στο Επιτάλιο για να μας μιλήσει, ως μέλη του πολιτιστικού συλλόγου  “Επι της αλός” για μια συνεργασία μαζί του το καλοκαίρι…Έπιασε αμέσως την τρομπέτα και άρχισε να δοκιμάζει την ακουστική σε όλους τους χώρους, ακόμα και στον κήπο. Αιθέριος ήχος «ταρακούνησε» την ησυχία του σούρουπου.

Πάντα είχα το φευγιό, να ξαναφύγω δηλαδή. Έκατσα ένα χρόνο ακόμα στην Ελλάδα, μετά πήγα στην Νέα Υόρκη αλλά δεν άντεξα πάνω από δυο μήνες. Δεν μου άρεσε, δεν ένιωθα ωραία, δεν ήθελα να κάνω κάτι που δεν μου ταίριαζε..Έφυγα για το Παρίσι, κάθισα δύο χρόνια και μετά επέστρεψα ξανά Ελλάδα. Ακολούθως και επειδή είχα πάντα τρέλα με την Σκανδιναβία – μου αρέσει πολύ το πώς παίζουν μουσική οι Σκανδιναβοί – τα μάζεψα και μετακόμισα στην Κοπεγχάγη για ένα μεταπτυχιακό. Νόμιζα ότι εκεί θα βρω αυτό που ψάχνω μουσικά και σαν ζωή. Τελικά αποδείχθηκε πανωλεθρία. Μέσα σε τρείς μήνες λέω «Παναγία μου, ! Νοέμβρη μήνα χιόνιζε.!». Δεν το έκανα το μεταπτυχιακό. «Λέω : ρε φίλε, αφού δεν σε πάει το εξωτερικό..» Πάντα μου έλειπε η Ελλάδα, μου έλειπε η ζωή στην Ελλάδα…Ερχόταν Μάιος, θα παίζαμε με τον Θανάση Παπακωνσταντίνου (έπαιζα οκτώ χρόνια μαζί του), σκεφτόμουν την περιοδεία, καλοκαίρι, βόλτες, συναυλίες, ροκ εν ρολ…λέω : άραξε εδώ, εντάξει, το προσπάθησες, όμως ανήκεις εδώ και όσο περνάει ο καιρός και μουσικά εδώ είναι καλύτερα τα πράγματα. Και από άποψη χώρων είναι καλά (Σταύρος Νιάρχος, το Μέγαρο, Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών..) και δίνουν επιχορηγήσεις για περιοδείες, οπότε λέω «οκ, κάτσε εδώ»

«Δεν μπορούσα ποτέ να κλείσω τα μάτια και να πω : εδώ θα μείνεις..»

Ένας αγαπημένος Ιταλός τρομπετίστας, εβδομήντα και κάτι τότε, ήταν η αιτία να με ξαναβάλει στο «τριπάκι» να την «κάνω». Τον συνάντησα σε ένα φεστιβάλ στην Πάτρα. Πιάσαμε την κουβέντα για μουσικές, με ρώτησε τι κάνω εδώ και έφαγα μια φρίκη.!

Έφυγα μετά από λίγο καιρό για το Παρίσι. Ήταν καλά αλλά δεν ένιωσα ποτέ σα να είμαι στο σπίτι μου. Δεν μπορούσα να κλείσω τα μάτια και να πω : εδώ θα μείνεις. Αποφάσισα να φύγω για το Βέλγιο. Λέω : τελευταίος σταθμός οι Βρυξέλλες. Κι έτσι έγινε. Είμαι εκεί μέχρι που ξεκίνησε το πρώτο λοκνταόυν.

-Πως επηρέασε η πανδημία τη ζωή και τη δουλειά σου;

Η πανδημία με βρήκε στην Ελλάδα. Είχα έρθει για συναυλίες. ‘Ηταν σοκ στην αρχή οι ακυρώσεις. Δεν ακυρώνουμε ούτε όταν είμαστε άρρωστοι, ούτε καν σε πένθος. Και τώρα ακυρώνονταν τα πάντα. Μετά το πρώτο σοκ όμως, το είδα όλο αυτό σαν ευκαιρία, να κάνω πράγματα που πριν δεν προλάβαινα, όπως το να μελετήσω πράγματα..Βέβαια, υπήρχαν και φάσεις κατάθλιψης αλλά έφτασε η ώρα που έλεγα «ωχ, θα τελειώσει όλο αυτό και δεν θα έχω προλάβει να μελετήσω όσα θέλω..». Παράλληλα, έφτιαχνα συνθέσεις με φίλους μουσικούς και τις ανέβαζα στο ιντερνετ. Ήμουν πολύ παραγωγικός. Στο δεύτερο lockdown έκανα πολλά πράγματα, πολλές ηχογραφήσεις εδώ στην Ελλάδα για παραγωγές ελληνικές, για το Φεστιβάλ Αθηνών κάναμε μία μεγάλη συναυλία, κάναμε αφιέρωμα στο «Νιάρχος» που αυτό είχε πρόβες, να γράψουμε ενορχηστρώσεις οπότε το δεύτερο ήταν λίγο πιο χαλαρό.

-Τι θα κάνεις το φετινό καλοκαίρι;

Προς το παρόν έχω κλείσει κάμποσες συναυλίες δηλαδή σε φεστιβάλ στην Ελλάδα και κάποιες συναυλίες έξω. Ελπίζω να γίνουν γιατί και πέρυσι είχαν κλειστεί αλλά ακυρώθηκαν, γίνανε οι μισές μπορεί και λιγότερες φέτος. Ευελπιστώ ότι θα γίνουν. Έχω δύο μεγάλα φεστιβάλ στο Βέλγιο, ένα στη Σικελία, στην Ελλάδα έχω Πρέβεζα, Κρήτη, Σύρο …

Εδώ τον διακόπτουμε και τον ρωτάμε «και Επιτάλιο στα σχέδια;» Ναι, απαντά, από ότι φαίνεται θα γίνει στο Επιτάλιο.

-Την έχεις βρει την Ιθάκη σου; νιώθεις ότι είσαι ικανοποιημένος ή ακόμα ψάχνεις το τζάκι στο χωριό και έχεις ανησυχίες;

Πάντα θέλω αυτό που δεν έχω. Ναι, μου λείπει η Ελλάδα αλλά συνειδητοποιώ ότι αυτά τα απίθανα πράγματα που κάνω έξω, δεν θα μπορούσα να τα κάνω εδώ. Τι να πω; Ίσως εκτιμώ εκείνη τη στιγμή αυτό που έχω. Βασικά αυτό προσπαθώ. Έκανα και έναν δεκαήμερο διαλογισμό, πας ας πούμε και δεν μιλάς για μέρες. Αυτό ήταν η αφορμή να γράψω και το cd Anicca. Σημαίνει προσωρινότητα, δηλαδή τα πάντα είναι προσωρινά. Είτε περνάς καλά είτε άσχημα να αποδεχτείς ότι αυτό θα τελειώσει. Όμως, να είσαι εκεί και να είσαι εκατό τοις εκατό στη στιγμή. Προσπαθώ εκεί που είμαι να το απολαμβάνω εκείνη τη στιγμή. Όπου και να είμαι θα μου λείπει κάτι, άρα αν είμαι 100% εκεί που είμαι εκείνη τη στιγμή θα είμαι καλά.

-Σε ξέρουν σαν καλλιτέχνη οι συμπατριώτες σου στο Σαμικό;

Στο χωριό με μάθανε όταν έπαιξα σαν ηθοποιός, έκανα τον Γάλλο guest στο «σόι σου» και τότε ήρθανε και μου στέλνανε και μηνύματα, μου έλεγαν «σε βλέπω στο σόι σου, σε είδα στην τηλεόραση».. (γελάει)…Εντάξει τώρα επειδή υπάρχει και το YouTube και το Facebook  όλοι με ξέρουν και στην Κρέστενα που πηγαίνω, επειδή έπαιζα και με τον Θανάση Παπακωνσταντίνου πολλά χρόνια, έχουν βγει κάποια βίντεο. Εντάξει, κάποιοι το ψάχνουν και παραπέρα, αλλά δε με χαλάει. Έτσι κι αλλιώς είτε παίζω με τον Θανάση είτε με τον Βασίλη είτε με τον Σαββόπουλο, προσπαθώ να βάλω κάτι δικό μου. Και όσο περνάνε τα χρόνια νιώθω ότι το βάζω, βάζω την πινελιά τη δικιά μου. Βέβαια αυτό που θέλω με τη μουσική και με την τρομπέτα είναι να παίξω πέντε νότες αλλά να τις παίξω με το δικό μου τρόπο, με τον δικό μου ήχο. Δεν με ενδιαφέρει δηλαδή να εντυπωσιάσω

-Πες μας για την τελευταία σου δουλειά…

Το τελευταίο cd είναι ένα ντουέτο με τον πιανίστα Diederik Wissels. Eίναι ένας θρύλος εκεί στη βελγική σκηνή, έχει παίξει με όλους τους τρομπετιστες και με τον Τσετ Μπέικερ. Αυτός μαζί με τον Davis είχαν τον πιο cool ήχο της τζαζ. Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να κάνουμε το καλοκαίρι αφιέρωμα στον Μπέικερ. Ο   Diederik Wissels είχε παίξει και με αυτόν. Για μένα είναι ο απόλυτος ήρωάς μου, οπότε να κάνω ένα ντουέτο cd με αυτόν τον τύπο, είναι φοβερό. Περιλαμβάνει περισσότερο δικά του κομμάτια και παίζω ένα δικό μου, που το είχα γράψει τότε με την φάση του “Καιάφα”.. Η ηχογράφηση έγινε στις Βρυξέλλες, σε ένα απίστευτο στούντιο.!

*η Ράνια Τζαβάρα είναι δημοσιογράφος της τηλεόρασης ΟΡΤ και υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων στον Πολιτιστικό Σύλλογο Επιταλίου “Επί της Αλός”